Το κτήριο, συνολικής επιφανείας 266 τ.μ., σε ερειπιώδη κατάσταση σήμερα, έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με τον περιβάλλοντα χώρο του, διότι αποτελεί εξαιρετικό δείγμα Αθηναϊκού σπιτιού, ενώ η διάσωσή του συμβάλλει στην ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής. Οι μελέτες για την αποκατάσταση του κτηρίου και του περιβάλλοντος χώρου του εκπονήθηκαν με πόρους του Υπουργείου Πολιτισμού. Το έργο χρηματοδοτείται από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Αττικής- ΕΣΠΑ 2021-2027 με 1.700.000 ευρώ.
To τριώροφο με ξύλινο συνεχές χαγιάτι, σε όλες τις στάθμες, αποτελεί μέρος συγκροτήματος με άλλοτε συνοδά κτήρια και εσωτερική αυλή, τυπολογία που επικράτησε στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας, στην Πλάκα.
Η παρουσία του κυρίως κτηρίου μαζί με τα προσκτίσματά του, τεκμηριώνεται την περίοδο 1836-1837. Αποτελεί παλίμψηστο λόγω της παρουσίας σωζόμενων ορατών αρχαιοτήτων, σε στάθμη χαμηλότερη από το δάπεδο του ισογείου, τόσο εντός του κτηρίου στην κατώτερη στάθμη του, όσο και στον άλλοτε αύλειο χώρο. Έχει δεχτεί σειρά επεμβάσεων και τροποποιήσεων λόγω μεταλλαγής του αύλειου χώρου του (καθαιρέσεις συνοδών κτισμάτων και μανδρότοιχου), διενέργειας ανασκαφικής έρευνας σε ολόκληρο σχεδόν τον χώρο και στο εσωτερικό του κτηρίου, και συνολικής επισκευής.