Οπως αναφέρει η Engel & Völkers μέχρι το 2035, η Αθηναϊκή Ριβιέρα προβλέπεται να εξελιχθεί σε έναν παγκόσμιας κλάσης προορισμό, με τις τιμές των ακινήτων να σημειώνουν σημαντική άνοδο. Ήδη, το 2024 καταγράφηκε αύξηση της τάξης του 7,9% στα νότια προάστια της Αθήνας, ενώ για το 2025 αναμένεται περαιτέρω άνοδος περίπου 3%.
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Πετρά CEO της Engel & Völkers Ελλάδος "το ενδιαφέρον των ξένων αγοραστών για την Αθηναϊκή Ριβιέρα είναι εντυπωσιακό και επικεντρώνεται κυρίως στις περιοχές της Γλυφάδας, της Βούλας, της Βουλιαγμένης και του Ελληνικού όπου υπάρχει πλήθος πολυτελών κατοικιών".
Οπως δείχνουν τα στοιχεία της εταιρείας ακινήτων, το 20% των αιτημάτων αγοράς προέρχεται από τη Γερμανία, το 10% απο την Αυστρία και την Ελβετία, και ακολουθούν με μικρότερο ποσοστό αγοραστές από την Αμερική καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Βουλιαγμένη συνεχίζει να διατηρεί τη θέση της ως μία από τις πιο ακριβές και ελκυστικές περιοχές της Αθηναϊκής Ριβιέρας. Οι μέσες τιμές πώλησης ακινήτων παρουσιάζουν σταθερά αυξητική τάση, επιβεβαιώνοντας τη δυναμική της περιοχής ως κορυφαίου προορισμού για εγχώριους και διεθνείς αγοραστές υψηλού επιπέδου.
Οι τιμές ανά τετραγωνικό μέτρο κυμαίνονται συνήθως μεταξύ €8.000 και €15.000 στους εσωτερικούς δρόμους της ευρύτερης περιοχής, ενώ για τα ακίνητα μπροστά στη θάλασσα ή μοναδικής θέσης και προβολής, καθώς και εκείνα με επενδυτικές δυνατότητες, φτάνουν ή και ξεπερνούν τις €25.000 /τ.μ.
Η ζήτηση, όπως λέει η εταιρεία, διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, κυρίως από αγοραστές που αναζητούν κατοικίες με απευθείας πρόσβαση στη θάλασσα, σύγχρονες υποδομές και ισχυρό επενδυτικό αποτύπωμα καθώς η αυξανόμενη τουριστική κίνηση καθιστά τις επενδύσεις σε διαμερίσματα και κατοικίες για βραχυχρόνια μίσθωση ιδιαίτερα αποδοτικές.
Σημαντικές αποδόσεις στους επενδυτές προσφέρει ακόμα η ανακαίνιση παλαιών κτιρίων και η μετατροπή τους σε σύγχρονες κατοικίες ή εμπορικούς χώρους.
Η περιορισμένη διαθεσιμότητα οικοπέδων και η αλλαγή της πολεοδομικής νομοθεσίας, ενισχύουν περαιτέρω την εξέλιξη των τιμών και την συγκράτηση τους σε υψηλά επίπεδα, ειδικά για τα ακίνητα που έχουν χτιστεί με παλαιότερο συντελεστή, καθώς και για τα ακίνητα που είναι παραθαλάσσια που είναι ιδιαίτερα σπάνια.