Σε επενδυτική βαθμίδα η ελληνική οικονομία
Σε επενδυτική βαθμίδα η ελληνική οικονομία

Σε επενδυτική βαθμίδα η ελληνική οικονομία

Ο οίκος DBRS αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ (low).
RE+D magazine
09.09.2023

Την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα, ανακοίνωσε η DBRS.

 Ειδικότερα, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης ένας από τους τέσσερις που αναγνωρίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ (low).

Όπως αναφέρει η DBRS Morningstar τα μέτρα στήριξης που σχετίζονται με την ενέργεια δεν εμπόδισαν το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο να φτάσει σε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ το 2022. 

Αναμένεται πλεόνασμα 1,1% φέτος και 2,1% το 2024. Από την κορύφωσή του το 2020, ο δείκτης δημόσιου χρέους έχει υποχώρησε κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.), εκ των οποίων οι 23 π.μ. πέρυσι, επωφελούμενοι από τη δημοσιονομική αποκατάσταση και την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ. Η σημαντική βελτίωση στα δημοσιονομικά αποτελέσματα και τα αποτελέσματα του χρέους ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή ενός συνετού δημοσιονομικού σχεδίου που οδηγεί στην αναβάθμιση της αξιολόγησης.

Ανθεκτικότητα

Ο οίκος τονίζει ότι παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες το 2022, η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα, σημειώνοντας ανάπτυξη 5,9% με επίσης συνεχείς βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις και την ανάκαμψη στον τουριστικό τομέα.

Καθώς το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0) συνεχίζει να εφαρμόζεται, οι επενδύσεις θα παραμείνουν σημαντική πηγή ανάπτυξης, αν και υπάρχουν εξωτερικοί καθοδικοί κίνδυνοι. Η βελτιωμένη πιστοληπτική ικανότητα αντικατοπτρίζει επίσης την ενίσχυση σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τους θεσμούς του συστήματος του ευρώ, που προέρχεται από παλαιότερες δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και μεταρρυθμίσεις. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα συνεχίζει να επωφελείται από ισχυρά οφέλη υποστήριξης και χρηματοδότησης σε περιόδους κρίσεων, ιδίως με τα νέα εργαλεία και μέσα του συστήματος ΕΕ/ευρώ που έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια.

Η αξιολόγηση BBB (χαμηλή) της Ελλάδας και η σταθερή τάση υποστηρίζονται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή προηγούμενων οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του RRP της, το οποίο συνίσταται σε μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και τις επενδύσεις, μειώνοντας έτσι το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στη ζώνη του ευρώ.

Η DBRS Morningstar πιστεύει ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζει την ανάπτυξη των επενδύσεων με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. Οι αξιολογήσεις περιορίζονται από τις οικονομικές κληρονομιές που κληρονόμησαν από την παρατεταμένη κρίση της Ελλάδας, δηλαδή τον πολύ υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους,

Περαιτέρω αναβάθμιση

Ο διεθνής οίκος υπογραμμίζει ότι οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω: (1) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές. (2) διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, που οδηγεί σε διαρκή μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους. Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω: (1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση (2) αντιστροφή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. (3) ανανεωμένη αστάθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Ο διεθνής οίκος αναφέρει ότι η ελληνική οικονομία αφού γνώρισε ισχυρή ανάκαμψη το 2021, συνέχισε σε σταθερή βάση το 2002 με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 5,9%, ξεπερνώντας τους μέσους όρους της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ. Το 2021, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 8,4%, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ανάπτυξη των επενδύσεων και των εξαγωγών, καθώς και από τη συσσωρευμένη ιδιωτική κατανάλωση.

Ισχυρή οικονομία

Η οικονομία παρέμεινε ισχυρή το 2022 σημειώνοντας αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ 5,9% λόγω των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και των μέτρων κρατικής στήριξης. Φέτος, η ανάπτυξη προβλέπεται να συγκρατηθεί, αν και θα ξεπεράσει το 2,0%, καθώς τα σταθερά έσοδα από τον τουρισμό και η επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας θα στηρίξουν την οικονομία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% φέτος, κυρίως λόγω των επενδύσεων. Με την υποστήριξη επίσης από τα Ταμεία Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), οι επενδυτικές δαπάνες αυξάνονται από το 2019,

Επιπλέον, το αποτέλεσμα του εκλογικού αποτελέσματος του Ιουνίου 2023 θα φέρει άλλα τέσσερα χρόνια πολιτικής σταθερότητας, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να προχωρήσει με ταχύτητα με μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.

Το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ, αλλά η ευνοϊκή δομή και το μειωμένο κόστος των επιτοκίων μετριάζουν τους κινδύνους

Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας κορυφώθηκε στο 206,4% του ΑΕΠ το 2020 πριν υποχωρήσει στο 171,3% το 2022, λόγω των βελτιωμένων δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και της υψηλής αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Στον κρατικό προϋπολογισμό του 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει την πτωτική του τάση στο 162,6% το 2023, καταγράφοντας πτώση 43,8 ποσοστιαίων μονάδων από το 2020 και κάτω από τα επίπεδα του 2012.

Η Ελλάδα έχει αποπληρώσει πλήρως τα δάνειά της από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και προπλήρωσε 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης (δάνεια GLF) το 2022. Μια περαιτέρω πρόωρη αποπληρωμή αναμένεται μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.

Οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών κρατικών ομολόγων μετά την καταγραφή ιστορικών χαμηλών επιπέδων το 2021 αυξήθηκαν, αλλά πρόσφατα υποχώρησαν κάτω από το 4%. Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες μετριασμού του κινδύνου που σχετίζονται με την ευνοϊκή δομή χρέους της Ελλάδας, καθώς ο επίσημος τομέας κατέχει περισσότερο από το 70% του δημόσιου χρέους με πολύ μεγάλη σταθμισμένη μέση διάρκεια λήξης 20 ετών στο τέλος του 2022 και με 100% του χρέους σε σταθερά επιτόκια.