Η Κίνα προσπαθεί να αποτρέψει την κατάρρευση ενός ακόμη developer
Η Κίνα προσπαθεί να αποτρέψει την κατάρρευση ενός ακόμη developer

Η Κίνα προσπαθεί να αποτρέψει την κατάρρευση ενός ακόμη developer

Πέρυσι η Vanke ήταν η μεγαλύτερη εταιρεία αξιοποίησης ακινήτων βάση πωλήσεων.
Ειρήνη Θεοφανίδου
13.03.2024

Οι κινεζικές τράπεζες φέρονται να προσπαθούν να διασώσουν έναν ακόμη μεγάλο κατασκευαστή ακινήτων της Κίνας μετά την υποβάθμιση των προοπτικών του στην κατηγορία «σκουπίδια» (junk) από τον οίκο αξιολόγησης Moody's.

Σύμφωνα με δημοσίευμα του CNN, το Πεκίνο αγωνίζεται να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στην προβληματική εταιρεία China Vanke ώστε να μην ακολουθήσει τον ίδιο... δρόμο με τις Evergrande και Country Garden, που αμφότερες αθέτησαν τα χρέη τους και κινδυνεύουν να ρευστοποιηθούν.

Τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι 12 μεγάλες τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των έξι μεγαλύτερων κρατικών δανειστών της χώρας, ήταν στο τραπέζι των συζητήσεων με σκοπό να παράσχουν κοινοπρακτικό δάνειο για τη Vanke αξίας 80 δισεκατομμυρίων γιουάν ($11,2 δισ.) για να μπορέσει η εταιρεία να τηρήσει τις ερχόμενες προθεσμίες αποπληρωμής.

Το κρατικό μέσο ενημέρωσης, Economic Observer, ανέφερε σε σχετικό δημοσίευμα ότι αρκετές ασφαλιστικές εταιρείες έστειλαν ανθρώπους τους στα κεντρικά γραφεία της Vanke για έναν νέο γύρο διαπραγματεύσεων για το χρέος σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η χρεοκοπία. 

Ποιος είναι ο developer

Η Vanke, η οποία ιδρύθηκε πριν από 40 χρόνια, ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος developer της χώρας σε πωλήσεις πέρυσι, αλλά έχει "χτυπηθεί" από την κατάρρευση της ζήτησης για διαμερίσματα και την πτώση των τιμών των κατοικιών. Η μετοχή της Vanke εκτινάχθηκε στα ύψη στην αγορά του Χονγκ Κονγκ και στο Shenzhen μετά τις αναφορές για πιθανή νέα χρηματοδότηση. Ωστόσο,  εξακολουθούν να βρίσκονται σε αρνητικό έδαφος μέχρι στιγμής εφέτος. Στις αρχές της εβδομάδας ο οίκος αξιολόγησης Μοοdy’s μείωσε την αξιολόγηση της Vanke σε Ba1. Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία πρέπει να προσφέρει υψηλότερη απόδοση στα ομόλογά της για να αντισταθμίσει τον μεγαλύτερο κίνδυνο αθέτησης πληρωμών που αναλαμβάνουν οι επενδυτές ομολόγων.