Αλλάζει μετά από 80 χρόνια το Κληρονομικό Δίκαιο
Αλλάζει μετά από 80 χρόνια το Κληρονομικό Δίκαιο

Αλλάζει μετά από 80 χρόνια το Κληρονομικό Δίκαιο

Share Copy Link
RE+D magazine
03.12.2025

Αλλάζει μετά από 80 χρόνια (σσ. σχεδόν αμετάβλητο από το 1946) το Κληρονομικό Δίκαιο μια μεταρρύθμιση που αναμένεται να αναδιαμορφώσει ουσιαστικά το περιβάλλον της περιουσιακής διαδοχής στην Ελλάδα

Το νέο Σχέδιο Νόμου που αναμένεται να δοθεί για δημόσια διαβούλευση πριν τις γιορτές παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης από τον Επίτιμο Καθηγητή Αστικού Δικαίου του ΕΚΠΑ και Πρόεδρο της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, Απόστολος Γεωργιάδης.

Με τις νέες ρυθμίσεις αναμορφώνεται το πλαίσιο της εξ αδιαθέτου διαδοχής και της νόμιμης μοίρας, ενώ εκσυγχρονίζεται συνολικά το σύστημα ευθύνης του κληρονόμου. Ο θεσμός της δικαστικής εκκαθάρισης αναβαθμίζεται, περιορίζοντας τις χρόνιες καθυστερήσεις και επιτρέποντας ταχύτερη αξιοποίηση των περιουσιών. Η ομαλή διευθέτηση των σχέσεων μεταξύ συγκληρονόμων λειτουργεί ως παράγοντας σταθερότητας για την αγορά ακινήτων και τις οικογενειακές επιχειρήσεις.

 Εισαγωγή νέων θεσμών με οικονομικό αντίκτυπο

Για πρώτη φορά θεσπίζονται κληρονομικές συμβάσεις και συμβάσεις παραίτησης από μελλοντικά κληρονομικά δικαιώματα. Οι ρυθμίσεις αυτές παρέχουν νέες δυνατότητες στρατηγικού σχεδιασμού περιουσίας, ιδιαίτερα κρίσιμες για οικογενειακές επιχειρήσεις, επενδυτικά ακίνητα και περιουσιακά χαρτοφυλάκια.

Επιπλέον αποσαφηνίζονται διατάξεις που προκαλούσαν διαρκείς νομικές αβεβαιότητες, όπως ο υπολογισμός μερίδων ετεροθαλών αδελφών και οι προθεσμίες αποποίησης. Η νομική σαφήνεια μεταφράζεται σε λιγότερες αντιδικίες, ταχύτερες διαδικασίες και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην αγορά.

Ανάμεσα στις βασικές μεταρρυθμίσεις του νέου θεσμικού πλαισίου είναι:

1. Η προσαρμογή της κληρονομικής διαδοχής στις σύγχρονες μορφές οικογένειας

Η σημερινή οικογενειακή πραγματικότητα δεν περιορίζεται στους στενούς συγγενικούς δεσμούς. Νέες μορφές συμβίωσης και οικογένειας δημιουργούν ουσιαστικές προσωπικές σχέσεις που το δίκαιο οφείλει να αναγνωρίσει. Η μεταρρύθμιση διευρύνει την προστασία σε πρόσωπα που, παρότι δεν είναι συγγενείς με την παραδοσιακή έννοια, αποτελούν μέρος της οικογενειακής ζωής του διαθέτη.

Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται ο σεβασμός στη βούλησή του και αντιμετωπίζονται οι σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες.

2. Ο εξορθολογισμός του θεσμού της νόμιμης μοίρας και της μετατροπής της σε ενοχική αξίωση. Με αυτόν τον τρόπο αποτρέπεται ο κατακερματισμός παραγωγικών ή επιχειρηματικών μονάδων και διευκολύνεται η ορθολογική μεταβίβαση της περιουσίας.

3. Η κάμψη της απόλυτης απαγόρευσης των κληρονομικών συμβάσεων

Η ισχύουσα απόλυτη απαγόρευση σύναψης κληρονομικών συμβάσεων δημιουργεί σημαντικές πρακτικές δυσχέρειες, ιδίως όταν η κληρονομία περιλαμβάνει οικογενειακές επιχειρήσεις ή παραγωγικά ακίνητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο κληρονομούμενος έχει εύλογο συμφέρον να διασφαλίσει ότι η επιχείρηση ή το ακίνητο θα περιέλθει στο πρόσωπο που διαθέτει τις αναγκαίες γνώσεις, την εμπειρία ή το πραγματικό ενδιαφέρον για τη συνέχιση και περαιτέρω ανάπτυξη της παραγωγικής δραστηριότητας.

Για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη θα επιτρέπεται η κατάρτιση κληρονομικών συμβάσεων. Η ρύθμιση αυτή επιτρέπει την ορθολογική και έγκαιρη οργάνωση των μεταθανάτιων περιουσιακών σχέσεων, συμβάλλοντας στην αποφυγή οικογενειακών προστριβών, στον περιορισμό του κατακερματισμού περιουσιακών μονάδων και στη μείωση των δικαστικών αντιδικιών.

4. Ο διαχωρισμός της κληρονομικής περιουσίας από την ατομική περιουσία του κληρονόμου

- Η μεταρρύθμιση με τη μεγαλύτερη επίδραση στην οικονομία

Μέχρι σήμερα, ο κληρονόμος έφερε απεριόριστη ευθύνη για τα χρέη του κληρονομουμένου. Η αβεβαιότητα αυτή είχε ως αποτέλεσμα ατέρμονες αποποιήσεις κληρονομίας, ακόμη και περιουσιών με σημαντική οικονομική αξία. Με το νέο πλαίσιο, θεσπίζεται ο απόλυτος διαχωρισμός: τα χρέη εξοφλούνται αποκλειστικά από την κληρονομία και δεν επιβαρύνουν την ατομική περιουσία του κληρονόμου.

Η αλλαγή αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα την μείωση αποποιήσεων και επανένταξη μεγάλου όγκου περιουσίας στην οικονομική δραστηριότητα την ενίσχυση της ρευστότητας του κληρονόμου και της εμπορευσιμότητας των ακινήτων, καθώς οι επενδυτές και οι αγοραστές λειτουργούν πλέον σε περιβάλλον μεγαλύτερης ασφάλειας.