Ο Fitch μειώνει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ σε AA+
Ο Fitch μειώνει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ σε AA+

Ο Fitch μειώνει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ σε AA+

Γίνεται ο δεύτερος σημαντικός οίκος αξιολόγησης μετά τον Standard & Poor’s που αφαιρεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες την αξιολόγηση "ΑΑΑ".
Ειρήνη Θεοφανίδου
02.08.2023

Ο οίκος αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε την Τρίτη την κορυφαία πιστοληπτική ικανότητα της κυβέρνησης των ΗΠΑ, σε μια κίνηση που προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση του Λευκού Οίκου και παράλληλα εξέπληξε τους επενδυτές.

Συγκεκριμένα, ο οίκος αξιολόγησης υποβάθμισε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ΑΑ+ από ΑΑΑ, επικαλούμενος δημοσιονομική επιδείνωση τα επόμενα τρία χρόνια και επανειλημμένες διαπραγματεύσεις για το ανώτατο όριο χρέους που απειλούν την ικανότητα της κυβέρνησης να πληρώσει τις υποχρεώσεις της.

Ο Fitch είχε αρχικά επισημάνει την πιθανότητα υποβάθμισης τον Μάιο και στη συνέχεια διατήρησε αυτή τη θέση τον Ιούνιο μετά την επίλυση της κρίσης για το δημοσιονομικό χρέος λέγοντας ότι σκόπευε να ολοκληρώσει την αναθεώρηση το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Με την απόφασή του αυτή γίνεται ο δεύτερος σημαντικός οίκος αξιολόγησης μετά τον Standard & Poor’s που αφαιρεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες την αξιολόγηση "ΑΑΑ".

Η κίνηση του Fitch ήρθε δύο μήνες αφότου ο Δημοκρατικός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και η Βουλή των Αντιπροσώπων που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους κατέληξαν σε συμφωνία για το όριο του χρέους που αίρει το όριο δανεισμού της κυβέρνησης των $31,4 τρισ τερματίζοντας μήνες πολιτικών αντιπαραθέσεων.

«Κατά την άποψη του Fitch, υπήρξε μια σταθερή επιδείνωση των προτύπων διακυβέρνησης τα τελευταία 20 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών θεμάτων και των θεμάτων χρέους, παρά τη δικομματική συμφωνία του Ιουνίου για αναστολή του ορίου χρέους έως τον Ιανουάριο του 2025», ανέφερε σε δήλωση ο οίκος αξιολόγησης.

Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν διαφώνησε με την υποβάθμιση της Fitch, σε μια δήλωση που την χαρακτήρισε «αυθαίρετη η οποία βασίζεται σε ξεπερασμένα δεδομένα». Ο Λευκός Οίκος είχε παρόμοια άποψη, λέγοντας ότι «διαφωνεί κάθετα με αυτή την απόφαση».