Μείωση πωλήσεων 11% στο 9μηνο για την Παπουτσάνης
Μείωση πωλήσεων 11% στο 9μηνο για την Παπουτσάνης

Μείωση πωλήσεων 11% στο 9μηνο για την Παπουτσάνης

Στην Ελλάδα ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 22,2 εκατ. ευρώ ενισχυμένος κατά 21%, χάρη στην ανάπτυξη της κατηγορίας των επωνύμων προϊόντων.
RE+D magazine
19.10.2023

Μείωση κατά 11% σημείωσε ο κύκλος εργασιών της εταιρείας Παπουτσάνης κατά το εννεάμηνο του 2023 φθάνοντας στα €47,4 εκατ. έναντι €53,3 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2022.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρείας η αξία των εξαγωγών να αντιπροσωπεύει το 53% του συνολικού κύκλου εργασιών.

Στην Ελλάδα ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 22,2 εκατ. ευρώ ενισχυμένος κατά 21%, χάρη στην ανάπτυξη της κατηγορίας των επωνύμων προϊόντων και των πωλήσεων στην εγχώρια ξενοδοχειακή αγορά. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, στο εξωτερικό διαπιστώνεται μείωση κατά 28% που προκύπτει κυρίως από τις κατηγορίες παραγωγών για τρίτους λόγω κατάργησης κωδικών από την πλευρά των πολυεθνικών-πελατών, ως συνέπεια της αύξησης του κόστους.

Η μείωση του κύκλου εργασιών στην κατηγορία των σαπωνωμαζών οφείλεται στην αυξημένη ζήτηση που παρατηρήθηκε κατά το έτος 2022, απόρροια των αυξημένων μεταφορικών από τρίτες χώρες. Σημειώνεται ότι η κατηγορία αυτή παρουσιάζει αύξηση κατά 16% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021.

Στο πλαίσιο του στρατηγικού στόχου ανάπτυξης του κύκλου εργασιών, η Παπουτσάνης βρίσκεται, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, σε διαπραγματεύσεις με πολυεθνικές και άλλες μικρότερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο σαπώνων και καλλυντικών. Σε αυτό το πλαίσιο, συμφωνία με μεγάλη πολυεθνική εταιρεία είναι σε τελικό στάδιο υλοποίησης, με την έναρξη της συνεργασίας να τοποθετείται στο πρώτο τρίμηνο του 2024 και πλήρη υλοποίηση μέχρι το τρίτο τρίμηνο. Αυτή η συμφωνία σε ετήσια βάση εκτιμάται ότι θα συνεισφέρει επιπλέον πωλήσεις περίπου έξι εκατομμυρίων ευρώ, ενώ υπάρχουν και σημαντικές προοπτικές περαιτέρω επέκτασης.

Όσον αφορά τη συνεισφορά των τεσσάρων τομέων δραστηριότητας στα συνολικά μεγέθη, επισημαίνεται ότι το 27% των συνολικών εσόδων προέρχεται από πωλήσεις επωνύμων προϊόντων της Παπουτσάνης στην Ελλάδα και το εξωτερικό, το 20% από πωλήσεις στην ξενοδοχειακή αγορά, το 38% από παραγωγές προϊόντων για τρίτους και το 15% από βιομηχανικές πωλήσεις ειδικών σαπωνομαζών.

Η κατηγορία επώνυμων προϊόντων παρουσιάζει ισχυρή ανάπτυξη κατά 53% σε σύγκριση με το πρώτο εννεάμηνο του 2022, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες από την πτώση της αγοράς του αντισηπτικού (-54,8% σε αξία στο οργανωμένο λιανεμπόριο για το οκτάμηνο Ιανουαρίου - Αυγούστου 2023 σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό). Εξαιρώντας το αντισηπτικό, η ανάπτυξη της κατηγορίας των επωνύμων προϊόντων ανέρχεται σε 78% και οφείλεται στην οργανική ανάπτυξη των προϊόντων ευρείας διανομής της Παπουτσάνης αλλά και τη θετική συνεισφορά από την εξαγορά της σαπωνοποιίας ΑΡΚΑΔΙ. 

Οι πωλήσεις των ξενοδοχειακών προϊόντων μειώθηκαν κατά 24% σε σχέση με τις αντίστοιχες πωλήσεις του εννεάμηνου του 2022 - με τις πωλήσεις προς τις ξενοδοχειακές μονάδες της εγχώριας αγοράς να αυξάνονται κατά 16% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο - καλύπτοντας μέρος της υποχώρησης των πωλήσεων στο εξωτερικό, οι οποίες έρχονται να συγκριθούν με ένα υψηλό εννεάμηνο 2022 λόγω του τότε ανοίγματος των επαγγελματικών ταξιδίων και της τουριστικής  αγοράς, έπειτα από δύο χρόνια περιοριστικών μέτρων εξαιτίας της πανδημίας.

Αναφορικά με τα προϊόντα τρίτων (βιομηχανικές πωλήσεις, ιδιωτική ετικέτα), οι πωλήσεις περιορίστηκαν κατά 18%, τάση που οδηγείται από τις πωλήσεις εξωτερικού. Στις αγορές του εξωτερικού, και κυρίως στην Ευρώπη, οι σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις του τελευταίου έτους οδήγησαν ορισμένες πολυεθνικές-πελάτες σε επαναπροσδιορισμό της στρατηγικής και επαναξιολόγηση του προϊοντικού τους portfolio, με αποτέλεσμα την κατάργηση συγκεκριμένων κωδικών και την επακόλουθη μείωση της ζήτησης. 

Στις βιομηχανικές πωλήσεις σαπωνομαζών το εννεάμηνο του 2023 σημειώθηκε μείωση κατά 33%, η οποία οφείλεται κυρίως στη μη πώληση των βασικών (commodity) σαπωνομαζών που παράγονται στη ΝΑ Ασία. Κατά το 2022, η Παπουτσάνης, αξιοποιώντας το αυξημένο μεταφορικό κόστος και τις μεγάλες καθυστερήσεις στις παραδόσεις από Ασία, εξυπηρέτησε ένα μέρος των συνολικών αναγκών της Ευρώπης, Αφρικής και Μέσης Ανατολής σε αντίστοιχες σαπωνόμαζες.