Διαγωνισμός για την πώληση πλειοψηφικού πακέτου των Ελληνικών Αλυκών
Διαγωνισμός για την πώληση πλειοψηφικού πακέτου των Ελληνικών Αλυκών

Διαγωνισμός για την πώληση πλειοψηφικού πακέτου των Ελληνικών Αλυκών

Αφορά στην πώληση τουλάχιστον του 51% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας.
Share Copy Link
RE+D magazine
18.12.2025

Την εκκίνηση διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας για την πώληση πλειοψηφικού ποσοστού μετοχών της εταιρείας «Ελληνικές Αλυκές Α.Ε.» ανακοίνωσε το Υπερταμείο/Growthfund.

Ο διαγωνισμός αφορά στην πώληση τουλάχιστον του 51% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας και θα πραγματοποιηθεί σε δύο φάσεις.

Κατά την πρώτη φάση, οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές καλούνται να υποβάλουν μη δεσμευτική επιστολή εκδήλωσης ενδιαφέροντος, σύμφωνα με τους όρους της σχετικής πρόσκλησης. Η διαδικασία είναι ανοιχτή σε κοινοπραξίες, ενώσεις και ομάδες νομικών ή φυσικών προσώπων, καθώς και σε επενδυτικά σχήματα και κεφάλαια, με στόχο τη διασφάλιση ευρείας συμμετοχής και αυξημένου ανταγωνισμού.

Όσοι επενδυτές πληρούν τα κριτήρια προεπιλογής θα προκριθούν στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού, η οποία περιλαμβάνει την υποβολή δεσμευτικών προσφορών. Η προθεσμία για την υποβολή εκδήλωσης ενδιαφέροντος λήγει στις 30 Ιανουαρίου 2026, στις 15:00 (EET).

Σήμερα, το Υπερταμείο/Growthfund κατέχει το 80% των μετοχών της Ελληνικές Αλυκές Α.Ε., ενώ το υπόλοιπο 20% ανήκει σε δήμους στις περιοχές των οποίων λειτουργούν αλυκές που έχουν παραχωρηθεί στην εταιρεία προς χρήση και εκμετάλλευση. Τα μεγαλύτερα ποσοστά κατέχουν οι δήμοι Μεσολογγίου (10,19%), Πύδνας – Κολινδρού (3,18%) και Δυτικής Λέσβου (3,13%).

Η είσοδος στρατηγικού επενδυτή στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας στοχεύει στην ενίσχυση των αναπτυξιακών της προοπτικών και της εξωστρέφειας, καθώς και στη βελτίωση της επιχειρησιακής της λειτουργίας, προς όφελος τόσο των τοπικών κοινωνιών όσο και της εθνικής οικονομίας. Σύμφωνα με το Υπερταμείο, στόχος είναι η περαιτέρω αξιοποίηση των φυσικών πόρων και η αναβάθμιση των υποδομών της εταιρείας.

Οι Ελληνικές Αλυκές Α.Ε. κατέχουν ηγετική θέση στον κλάδο της παραγωγής φυσικού αλατιού, αποτελώντας τον βασικό προμηθευτή της εγχώριας αγοράς και έναν από τους σημαντικότερους παραγωγούς στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Η στρατηγική αυτή κίνηση αποσκοπεί στη μετάβαση από μια δυναμική δημόσια επιχείρηση σε έναν ευρωπαϊκό «πρωταθλητή» στον τομέα της παραγωγής αλατιού, με αυξημένη ανταγωνιστικότητα και ισχυρή αναπτυξιακή προοπτική.

Η εταιρεία διαθέτει την αποκλειστική χρήση και εκμετάλλευση οκτώ αλυκών βιομηχανικής κλίμακας σε όλη τη χώρα, με συνολική ετήσια παραγωγική δυναμικότητα που υπερβαίνει τους 200.000 τόνους και συνολική έκταση 23.434 στρεμμάτων. Παράγει και διαθέτει διαφορετικούς τύπους αλατιού – πλυμένο, άπλυτο και ειδικών προδιαγραφών – συμπεριλαμβανομένης της αφρίνας (fleur de sel) από τις αλυκές Μεσολογγίου, προϊόν που έχει καθιερωθεί ως σημείο αναφοράς για την ποιότητα και την παραδοσιακή ελληνική παραγωγή.